Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

Τολμώ να οπλίζω.

Οι ουτοπίες είναι πρόωρες αλήθειες-Λαμαρτίνος.

Είναι οξύμωρο αλλά καθόλου τυχαίο. Οι κάμερες μας τιμούν όλους με την παρακολούθηση που μας αξίζει. Ειδικά στο Λονδίνο, η κατάσταση είναι πολύ τηλεοπτική. Οι ζωές μας όλο και περισσότερο κινούνται μεταξύ του Πανοπτικού του Μπένθαμ, του Truman show και της σπηλιάς του Πλάτωνα.

Οι κάμερες όμως ως δια μαγείας, λες και τις άγγιξε ο Uri, σβήνουν στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Η τεχνολογία και το Twitter έφτασαν μέχρι το Ιράν για να καλύψουν τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Είδαμε όλοι την Νεντά ξανά και ξανά να ξεψυχάει μπροστά μας. Την ονομάσαμε άγγελο, ανάψαμε ένα κεράκι στη μνήμη της, συγκλονιστήκαμε. Είμαστε ευαίσθητοι εμείς οι δυτικοί ώρες ώρες. Αντιθέτως, στους πολέμους «για τη δημοκρατία», οι νεκροί υπάρχουν μονάχα στα χαρτιά. Διαβάζεις για ένα θάνατο στις εφημερίδες που δεν μπορεί πια να σε ταράξει. Έχει χάσει την δύναμη του. Είναι κάτι συνηθισμένο. Έγινε τόσο ανθρώπινο το να σκοτώνεις όσο είναι και το να πεθαίνεις. Το αποτέλεσμα άλλωστε είναι το ίδιο.

Οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου, σαν υπερπροστατευτικές μανάδες, λατρεύουν να ψάχνουν τα πράγματά μας όταν λείπουμε από το σπίτι, μπας και ανακαλύψουν τι κρύβουμε στα συρτάρια μας. Με τις αστείες επιθέσεις τις τελευταίες μέρες εναντίον του Πάπα και του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, η ιταλική κυβέρνηση, θορυβημένη και ματωμένη, σκέφτεται να λάβει ασφυκτικά μέτρα αστυνόμευσης στις δημόσιες συγκεντρώσεις και να επιτρέψει τη λογοκρισία στο Διαδίκτυο. Σκέφτηκε δηλαδή να αστυνομεύσει καλύτερα όχι τον Σίλβιο, αλλά τους υπηκόους του. Στις Η.Π.Α, μερικές ρυθμίσεις του περίφημου Patriot Act εκπνέουν στις 31 Δεκεμβρίου αλλά ο πρόεδρος θα παρατείνει όπως όλα δείχνουν την ισχύ τους. Βοηθάει και ο Νιγηριανός τρομοκράτης(;). Θα έπρεπε να παρηγορεί τους κυβερνήτες το γεγονός ότι τουλάχιστον στην εποχή μας οι ψυχικά διαταραγμένοι είναι ακίνδυνοι. Την δεκαετία του ’60, πολύ αποτελεσματικότεροι, ξεκλήριζαν πολύ και καλό κόσμο στην Αμερική.

Περπατώντας συχνά στην Βασιλίσσης Όλγας έχω πέσει αρκετές φορές πάνω σε έναν τυφλό. Με το μπαστούνι του, προσπαθώντας να προσανατολιστεί, αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες του εγχειρήματός του καλύτερα από εμάς. Φαινομενικά το δικό του πρόβλημα δε μας αφορά. Παρακολουθώντας αμούστακα παιδιά να γυρνούν πίσω στις Η.Π.Α έχοντας χάσει πόδια και χέρια, δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς: Ποιος είναι στ’ αλήθεια ο τυφλός; Ποιος από τους δύο βλέπει καλύτερα; Ποιος είναι η τραγική μορφή; Μήπως πρέπει να χάσουμε την όραση μας για να προσανατολιστούμε; «Βλέπω πολλούς στρατιώτες. Μακάρι να ‘βλεπα πολλούς πολεμιστές» έγραφε και ο Νίτσε στον Ζαρατούστρα.

Ο Damien Cave των «New York Times» διηγείται την ιστορία της Βιβιέν Πακέτ, βετεράνου του πολέμου στο Ιράκ, η οποία είδε μπροστά στα μάτια της να σκοτώνονται κάποιοι φίλοι της από επίθεση με όλμους το 2004. Δίπλα στις αϋπνίες της, τα ξεσπάσματα οργής, τους εφιάλτες, την κατάθλιψη ο αρθρογράφος νιώθει την ανάγκη να τελειώσει ανάλαφρα το ρεπορτάζ. «Οι θυσίες των γυναικών παραγνωρίζονται και στα μπαρ όπου οι άγνωστοι τις αγνοούν και κερνούν ποτά άνδρες που δεν έχουν βρεθεί ποτέ στο πεδίο της μάχης όπως και σε εκδηλώσεις καλωσορίσματος στην πατρίδα, όπου οι διοργανωτές καλούν τους συζύγους αντί για τις ίδιες». Μήπως αυτό της προκάλεσε τη διαταραχή και όχι τα διαμελισμένα πτώματα των φίλων της;

Παλιά τα ρεπορτάζ για το Βιετνάμ ήταν κάπως έτσι:«Ακριβώς έξω από το χωριό υπήρχε αυτός ο μεγάλος σωρός πτωμάτων. Ένα πραγματικά μικροσκοπικό παιδί πλησίασε το σωρό και έπιασε το χέρι ενός από τους νεκρούς. Ένας από τους στρατιώτες πίσω μου γονάτισε σε απόσταση τριάντα μέτρων από το παιδί, το σημάδεψε και το σκότωσε με μια μόνο σφαίρα». Αυτά έγραφε το Time για τη σφαγή του Μάι Λάι. Δεν είχε μπαρ τότε, δεν μας απασχολούσαν τα σφηνάκια και οι αποδέκτες τους. Πριν μισό χρόνο διάβαζα στο ίδιο περιοδικό ότι ένας πεζοναύτης που είχε γίνει εξώφυλλο το 2005, ο 26χρονος Γουίλιαμ Άλεν, πέθανε από υπερβολική δόση κάποιου φαρμάκου. Υπέφερε από μετατραυματική διαταραχή άγχους (posttraumatic stress disorder).

Από τα ρεπορτάζ απουσιάζουν πλέον και οι φωτογραφίες του πολέμου. Δεν υπάρχει φρίκη σε ένα τηλεελεγχόμενο πόλεμο εξηγεί η Σούζαν Ζόνταγκ στο βιβλίο της «Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων». Δεν είναι πλέον γουστόζικο να δείχνεις τους νεκρούς σου. Τα Μίντια προστατεύουν τον πόλεμο των αρχηγών τους. «Ο κινηματογράφος, τα βιντεοπαιχνίδια, τα σίριαλ και τα Μίντια είναι οι μυθοπλαστικοί φορείς αυτής της επιχείρησης πολεμικής κινητοποίησης» γράφει ο Christian Salmon. «Στο Χόλιγουντ όλοι παριστάνουν τους δημοκρατικούς και τους υποστηρικτές του Ομπάμα, αλλά κανείς δεν είναι κατά του πολέμου στο Ιράκ. Λες και οι Αμερικανοί δεν μπορούν να επεξεργαστούν τίποτα πέρα από την κινηματογραφική πραγματικότητα του κώλου της Τζέι Λο» δήλωσε πρόσφατα ο Ρούπερτ Έβερεττ που η ειλικρίνεια του να δηλώσει ομοφυλόφιλος του στέρησε μια λαμπρή καριέρα στο Χόλιγουντ.

Τα καθημερινά θέματα για τον πόλεμο προέρχονται από τις υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων του στρατού. Αυτό ισχύει από την εποχή του Βιετνάμ. «Νόμιζα ότι εμείς ήμασταν οι καλοί» λέει ένας βετεράνος στον Μάικλ Μουρ. «Δεν απελευθερώσαμε αυτούς τους ανθρώπους, τους κάναμε να βουλιάξουν πιο πολύ μέσα στη φτώχεια. Προσπαθούμε να διατηρήσουμε την ειρήνη ενώ το μόνο που έχουμε μάθει είναι να καταστρέφουμε» του γράφει αφοπλιστικά ένας άλλος. Πρώην διευθυντής της CIA είχε πει κάποτε ότι ο εχθρός που πρέπει να βομβαρδιστεί είναι οι offshore τράπεζες στις Νήσους Καϊμάν και ίσως αυτές των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων.

Στο στρατό τη μέρα που θα έπαιρνα όπλο είχα γενικά μια ανησυχία. Δεν χρειαζόμουν όπλο αλλά βύσμα, για μια ευνοϊκή μετάθεση. Τελικά τα πήγα καλά μαζί του κι αυτό γιατί το χρησιμοποίησα περισσότερο σαν γκλίτσα, για να στηρίζομαι στη σκοπιά. Τα παιδιά που στρατολογούνται από τον αμερικανικό στρατό δεν είχαν την τύχη της δικιάς μου πολυτελούς γκρίνιας. Χαμένα και φτωχά, αν δεν καταφέρουν να σπουδάσουν και να ξεφύγουν από τη φτώχεια, μπαίνουν με την κατάλληλη προπαγάνδα στον στρατό. Ήρωες δηλαδή και με καλά λεφτά. Θα ήταν ευγνώμονες αν πέθαιναν ακόμα και για λιγότερα.

Διάβασα πρόσφατα στο Έθνος: «Τους μυθολογικούς πολεμιστές ήρωες του Σοφοκλή που έδιναν μάχη με τους εσωτερικούς τους δαίμονες επιστρατεύει το αμερικανικό Πεντάγωνο για να θεραπεύσει το μετατραυματικό στρες και τις ψυχικές διαταραχές των στρατιωτών που υπηρετούν στα ανοιχτά μέτωπα του Αφγανιστάν και του Ιράκ. Προκειμένου να εξερευνηθούν οι ψυχολογικές επιπτώσεις του πολέμου, το υπουργείο Άμυνας έδωσε 3,7 εκατομμύρια δολάρια σε ανεξάρτητη θεατρική ομάδα, το «Τheater of War» (Θέατρο του Πολέμου), για να επισκεφθεί έως το καλοκαίρι τουλάχιστον 50 στρατιωτικές βάσεις και να αναπαραστήσει σε σκηνικές αναγνώσεις αποσπάσματα από τις τραγωδίες του Σοφοκλή, Αίας και Φιλοκτήτης». Και όλα αυτά για να καταπολεμήσουν τη μοναξιά τους και την μνήμη τους. Η Ελευθεροτυπία γράφει: «Το Πεντάγωνο συμβουλεύει τους βετεράνους να αρχίσουν να σκέφτονται θετικά για να μην αυτοκτονούν και να ενταχθούν σε προγράμματα αισιοδοξίας , μια καινοτομία του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας». Λείπει μόνο η Amita Motion- Θετική ενέργεια...

Με ποια κριτήρια μοιράσαμε στον κόσμο τη φτώχεια και την αδικία; Αναρωτιέται η Λώρη Κέζα στο Βήμα: «Ερώτημα των αφελών. Θα άλλαζε το τοπίο αν τα 30 δισ. δολάρια που ετοιμάζονται να ξοδέψουν οι Αμερικανοί σε στρατιωτικές επιχειρήσεις τα επένδυαν στην ίδρυση ενός κράτους; Το Αφγανιστάν είναι μια από τις φτωχότερες χώρες στον κόσμο. Τα 30 δισ. δολάρια φτάνουν και περισσεύουν για σχολεία, για νοσοκομεία, για δικαστήρια, για αστυνομία. Φτάνουν και περισσεύουν για να ανοίξουν δρόμοι, να γίνουν υποδομές για την επικοινωνία». Μπορεί το αμερικανικό κράτος να ασχολείται με όλα αυτά τα ασήμαντα;

Σύμφωνα με τον Ομπάμα, μάλλον όχι. Ο λόγος του στο Όσλο ήταν εμπνευσμένος αποφάνθηκαν οι θαυμαστές του. Μίλησε μεταξύ άλλων για τον Γκάντι και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Γνωρίζει, είπε, ότι δεν υπάρχει κάτι αδύναμο, παθητικό ή αφελές στις ζωές τους. Εκείνος όμως πρέπει να προστατεύσει τους πολίτες γιατί το κακό υπάρχει στον κόσμο. Τον Χίτλερ δεν θα τον σταματούσε ένα κίνημα μη βίας, δήλωσε. Ο Χίτλερ στην περίπτωση αυτή λειτουργεί περίπου όπως οι επιθέσεις σε Σίλβιο και Πάπα. Νομιμοποιεί όλους τους άδικους πολέμους. Ο Ομπάμα, τρομερά φιλόδοξος ο ίδιος, φαίνεται να φθονεί αυτούς που χρησιμοποίησαν την παθητική αντίσταση και τη θέση που εκείνοι κατέχουν στην Ιστορία. Είναι πολύ άκομψο εκ μέρους τους να τον εκθέτουν ανεπανόρθωτα και μάλιστα μετά θάνατον. Η αναφορά του στις μορφές τους ήταν το μόνο σημείο που φάνηκε να τον ζορίζει στην κατά τα άλλα αγέρωχη ρητορική του.

Το επικίνδυνο με αυτόν τον τύπο είναι ότι ξέρει τι να πει για να μη σε εξοργίσει. Δεν επιτρέπεται εξάλλου στην προεδρία να διαφέρεις από τους προκατόχους σου. Το χρώμα του είναι ήδη υπεραρκετό. Στο νέο Πλανητάρχη έδωσαν ένα πρόβλημα και αποφάσισε να κάνει αυτό που κάνουν όλοι. Να του προσθέσει σκέλη. Δεν είχε ποτέ σκοπό να το λύσει. Είναι άδικο άλλωστε να τον κατηγορούμε για ένα δίλημμα που δεν είχε εξαρχής. «Μπορεί ο πόλεμος να είναι κόλαση αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι πάντα λάθος» γράφει στο βιβλίο του «Τολμώ να ελπίζω». Μισό αιώνα μετά από την παραίνεση του Αιζενχάουερ, το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα έχει κατοχυρώσει για τα καλά την εξουσία του.

Στην ιλουστρασιόν δημοσιογραφία των πηχυαίων τίτλων και των μεγάλοδημοσιογράφων, η αυστηρή μορφή του ρεπορτάζ επιτρέπει τις διαστρεβλώσεις και τις μεταμορφώσεις των εννοιών και των λέξεων. Μπορείς να λες ό,τι θες αρκεί να έχει σωστή ορθογραφία και επίσημο συντακτικό. Η στιβαρότητα με τη βοήθεια καλής και στοχευμένης παραπληροφόρησης κατασκευάζει παγιωμένες αντιλήψεις που ταιριάζουν γάντι με τους φόβους μιας πολύ απασχολημένης με τα δικά της προβλήματα κοινής γνώμης, παρέχοντας στην εξουσία έναν μανδύα σοβαρότητας, μια απροσπέλαστη πανοπλία. Όπως θα έλεγε και ο Charles Foster Kane: ‘People will think what I tell them to think’. Δεν έχουν και το χρόνο να σκεφτούν κάτι διαφορετικό.

Στην Κύπρο σύλησαν κάποιοι τον τάφο του Τάσσου Παπαδόπουλου. Εκεί γνωρίζουμε για ποιον πρόκειται. Είναι ένας ο νεκρός και η ταυτότητα του είναι γνωστή σε όλους. Στο Ιράκ τους νεκρούς, τους έχουμε χάσει. Ποιος θα μας πει πόσοι έχουν πεθάνει; Από 100.000 μέχρι 2 εκατομμύρια έχω δει να γράφεται ότι είναι ο συνολικός αριθμός τους σε ελληνικά και ξένα Μ.Μ.Ε. Δεν πρέπει άραγε να μάθουμε; Δεν πρέπει να μετρήσουμε τα φέρετρα ξανά; Το αίμα ζητάει αναγνώριση. Διαφορετικά, σκουπίστε τα ίχνη του καλά, πριν μιλήσετε για τη δημοκρατία, πριν περάσουμε κι εμείς στον επόμενο νεκρό.

Αν έστω και για μια στιγμή υποθέταμε ότι είμαι πολίτης αυτού του κόσμου, ανθρώπινο πλάσμα, με σάρκα και οστά, όνειρα, επιθυμίες και ευαισθησίες, θα ζητούσα από τους κυβερνώντες να μη με παρακολουθούν αλλά να με ακούν. Να μη μου αφαιρούν την ανθρώπινη ιδιότητά μου, να μη με ναρκώνουν, αλλά να με μορφώνουν και να με σέβονται. Μπορεί κάποτε ακόμα και τα παιδιά να πείσουν για το δίκαιο του πολέμου. Δεν θα μπορέσουν ποτέ όμως να τους απαντήσουν.

Στο περσινό άρθρο του για τον Μπαράκ Ομπάμα ο Γκόρντον Μπράουν έγραφε: «Έλεγαν ότι όταν μιλούσε ο Κικέρωνας ο κόσμος έλεγε «Ωραίος λόγος». Όταν όμως μιλούσε ο Δημοσθένης έλεγαν «Ας εκστρατεύσουμε». Όλος ο κόσμος προελαύνει με τον Μπαράκ Ομπάμα». Παραφράζοντας τον Ρίτσο θα λέγαμε ότι θα περάσει πολύς καιρός μέχρι η αμερικανική εξωτερική πολιτική σταματήσει να «ψάχνει το δίκιο της ανάμεσα στους σκοτωμένους».

Είναι αδικαιολόγητη αυτή η ανθρωπιά, το ξέρω. Οτιδήποτε ανθρώπινο άλλωστε στις μέρες μας λαϊκίζει επικίνδυνα, έτσι δεν είναι; Φτάνει κανένα μήνυμα στην εξουσία; Από μικροί μάθαμε ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης. Γι' αυτό ακριβώς, το γεγονός αυτό, δεν δικαιολογεί κανέναν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: