Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Πόρνος

Αναστατώθηκε η πόλη
Απ’ τις συσπάσεις του σώματός σου
Και ψάχνει επειγόντως για ένα κρεβάτι
Έστω και σε προθάλαμο νοσοκομείου
Να σε στριμώξει
Ας είναι και μπροστά στους άλλους
Δεν ακούς τ’ ασθενοφόρα
Τις πυροσβεστικές αντλίες
Εσένα ψάχνουν κι ας μη το ξέρουν
Ν’ αδειάσει πάνω σου
Η πόλη τα υγρά της
Ν’ ανακουφιστεί
Κι ήρεμη να περάσει
Στο βραδινό της θάνατο
Κι εσύ που κυκλοφορείς ανυποψίαστα
Μέσα της
Με το καθημερινό ρούχο
Τα διατεταγμένα αισθήματα
Πως δεν ένοιωσες την πόλη
Που σ’ έχει ερωτευτεί
Και τρέχει σαν τρελή
Πάνω κάτω


ΘΑΝΑΣΗΣ Θ. ΝΙΑΡΧΟΣ

Ή αράζουμε ή βουλιάζουμε

Γέλασα και παραμόρφωσα το πρόσωπό μου γιατί δε βρήκα άλλη εκδίκηση να με γεμίσει. Στέφανος Ροζάνης.

Δε γράφω τον τελευταίο καιρό. Αισιοδοξώ. Αν δε σε πιέσει η μελαγχολία, δεν κάθεσαι να βρεις λέξεις που την εξαφανίζουν. Ευτυχώς, κείμενά μου δεν περιμένει κανείς. Κάθισα ωστόσο στον κώλο μoυ όχι επειδή σας αγάπησα ξαφνικά αλλά επειδή δεν μπορώ να σας μισώ διαφορετικά παρά με την κατανόηση του χαρτιού, αν δηλαδή σας μισώ, που δε νομίζω να σας μισώ. Η ελπίδα μου απέδειξε εξάλλου πρόσφατα ότι είναι λιγότερο ύπουλη απ’ό,τι φανταζόμουν τη στιγμή που είχα αρχίσει να την υποπτεύομαι περισσότερο.

Ξεραμένα μεσάνυχτα, το δέντρο της μάνας παραφορτωμένο και υπερβολικό, δεσμεύει το διοξείδιο του 2011 και προστάζει ζωή. Κάθε χρόνο, την ίδια περίοδο, το ξεσκισμένο κουτί που το φιλοξενεί κατεβαίνει από το πατάρι για να μας υπενθυμίσει την παρουσία του. Τώρα που ο νέος χρόνος μπήκε και ο Άϊ Βασίλης δε φάνηκε, μ’αρέσει περισσότερο να ανάβω τα λαμπάκια του και να το χαζεύω. Ευλογημένες να είναι οι νοικοκυρές που ξεχνούν να το ξεστολίσουν. Τότε μόνο οι ψεύτικες βελόνες μοιάζουν αληθινές, όταν επιμένουν να ερωτευτούμε, όταν επιμένουν να ευτυχήσουμε σαν τη διακήρυξη της αμερικανικής ανεξαρτησίας. «Ας πάμε σιγά-σιγά, θα φτάσουμε στην ώρα μας. Η ελευθερία είναι να μη φτάνεις ποτέ στην ώρα. Ποτέ!» έγραφε ο Alfred Jarry στα 1900. «Δύο και δύο κάνουν τέσσερα! Κατά τη γνώμη του (ανθρώπου), αυτό είναι αυθάδεια. Το δύο και δύο κάνουν τέσσερα μοιάζει με κάποιον αναιδή που στέκεται στη μέση του δρόμου και σου τον φράζει, σε προκαλεί. Συμφωνώ, δύο και δύο κάνουν τέσσερα, είναι ένα θαυμάσιο πράγμα. Ε λοιπόν το δύο και δύο κάνουν πέντε είναι καμία φορά πιο χαριτωμένο» χοντραίνει το παιχνίδι αψηφώντας το έλλειμμα ο Ντοστογιέφσκι.

Το φως της δημοσιότητας συσκοτίζει τα πάντα έλεγε ο Χάιντεγκερ. Η είδηση για το 2011 μία ήταν. Ότι κάθε δευτερόλεπτο πεθαίνει ένας άνθρωπος από την πείνα. Τι έγινε; Το απολύτως απαραίτητο. Σοκαριστήκαμε για ένα δευτερόλεπτο. Στη φαντασία μου προκλήθηκε ένας μικρός συνειδησιακός πανικός. Για 48 ώρες δεν λειτουργούσε τίποτα, στα γήπεδα κρατούσαν ώρες σιγής και κανείς δεν είχε το κουράγιο να σκοράρει ή να βρίσει, ο Άδωνις παραιτήθηκε και έκλαψε στην αγκαλιά της Ευγενίας που τον χώριζε, στα χρηματιστήρια οι δείκτες κυμάτιζαν μεσίστιοι δίχως κίνδυνο κραχ, η Lady Gaga ακύρωσε προγραμματισμένη της συναυλία, οι διάσημοι ζήτησαν να γίνουν άσημοι και να μην τους θαυμάζει για λίγο κανείς, οι G20 ζήτησαν συγγνώμη σε κοινή τους ανακοίνωση, πρωθυπουργοί και πρόεδροι έστειλαν τηλεγραφήματα και στεφάνια σε τάφους αγνώστων, οι οίκοι αξιολόγησης διαλύθηκαν χωρίς να τους το ζητήσει κανείς αγανακτισμένος, οι οίκοι αξιολόγησης νεκρών, τα Μίντια, θρήνησαν έναν ακόμα θάνατο εφημερίδας. Ευτυχώς όμως τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε. Όλα κύλησαν ομαλά, όλοι φάγαμε το ίδιο βράδυ κιόλας το φαγητό μας και βαρυστομαχιάσαμε, καθώς ο Σιοράν είχε δίκιο όταν επέμενε ότι ζωή υπάρχει μόνο στην αμεριμνησία απέναντι στη ζωή. Γι’αυτό κι εμείς φορέσαμε ξεδιάντροπα χριστουγεννιάτικα χαμόγελα και ευχηθήκαμε ο ένας στον άλλον προφητικά, ίσως, μηδέν.

Τη νέα χρονιά μένει να δούμε πόσο περιορίζεται ο ρόλος της Ευρώπης στη νέα Ευρώπη, αν γίνονται δημοσκοπήσεις επειδή κάποια στιγμή θα γίνουν και εκλογές, αν «υπερβολικά απασχολημένοι με το να γοητεύουμε, ξεχάσουμε τους εαυτούς μας» (Σαρτρ). Τους διπλανούς μας τους έχουμε εμπιστευθεί στην καλοσύνη των ξένων που πολύ λίγο μοιάζουν με τον δικό μου υποψήφιο πρωθυπουργό, τον Ross Daly. Τι κάνουμε λοιπόν; Με ανθρώπους μικρούς δεν μπορούν μεγάλα πράγματα να γίνουν, θυμίζει ο Μιλ στους επίδοξους επαναστάτες και τα διανοητικά τους ψεύδη. Οπότε ή αράζουμε ή βουλιάζουμε. Αράζουμε κάτω από την ελιά του Ελύτη, στον ίσκιο της γης, κάτω από το δέντρο όπου κρεμάστηκε ο Καρυωτάκης και αφουγκραζόμαστε τη σιωπή. Προτού τη λογοκρίνουμε, για να μη γράψουμε εμείς τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου, γινόμαστε ξανά φίλοι και εραστές. Κατοικούμε από την αρχή τον τόπο μας και τον διεκδικούμε όταν πειστούμε ότι μας ανήκει δικαιωματικά.