Για να μπορούμε να ελέγχουμε τη φύση, πρέπει να την υπακούμε. Francis Bacon.
Πρόσφατα η φύση με το ίδιο της το αίμα, την ηφαιστειακή της στάχτη από την Ισλανδία, ύψωνε το λάβαρο της επανάστασης στις φωνές των άγρυπνων επικριτών μας. Αδιαφορώντας για την οικονομική κρίση και αντιστεκόμενη στο ρεαλισμό των αριθμών, γέμισε τον ουρανό κινδύνους και καθήλωσε τα αεροπλάνα στο έδαφος, αρνούμενη να κανονίσει το πρόγραμμά της με τρόπο που να μην ενοχλεί τα κέρδη. Το μάθημά της αν και απασχόλησε την επικαιρότητα, δεν θεωρήθηκε επίκαιρο.
Η ενοχλητική της αυθάδεια, που ζητούσε επιβράδυνση των οικονομικών δραστηριοτήτων, πείσμωσε τις αγορές και τα Μίντια. Η απλή αυτή ενέργεια του ηφαιστείου, που είχε ξεχαστεί, προσέβαλε τις αεροπορικές εταιρίες. Η αναιδέστατη φύση δεν πρόλαβε να αντικαταστήσει τους φυσικούς νόμους της με νέους καπιταλιστικούς. Αφήνοντας το ηφαίστειό της να εκραγεί, αν έβλεπε κανείς ειδήσεις, θα νόμιζε ότι είχε παρανομήσει- και είναι πολύ εκνευριστικό να σκέφτεσαι ότι κυκλοφορεί ακόμα ελεύθερη η ανήθικη αυτή μάνα.
Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός, εξαιτίας της βαθιά προβληματικής του σύλληψης, δεν κατάλαβε ποτέ το τυχαίο, το έκτακτο, το επείγον και το ανθρώπινο κι ούτε θέλησε να αποκτήσει έστω κάποια εργαλεία κατανόησής του. Απολαμβάνει σαδιστικά και μάλιστα ακόμη περισσότερο τώρα που αμφισβητείται από τους ίδιους του τους οπαδούς, να κάνει επίδειξη της δύναμής του, αγνοώντας ό,τι δεν τον διευκολύνει γιατί κερδίζει από αυτό. Αφού έχει σχεδόν ολοκληρώσει το καταστροφικό του έργο ενάντια στη φύση με πιο πρόσφατο θύμα του τον Κόλπο του Μεξικού, ήρθε για να παρακάμψει την ανθρώπινη φύση και να εξαλείψει καθετί που την κάνει θαυμαστή, εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες της και αδιαφορώντας για τις θαυμαστές ιδιοτροπίες της.
«Η εργασία απελευθερώνει». Αυτό είχαμε μάθει από την πύλη του Άουσβιτς. Τα σύγχρονα στρατόπεδα εργασίας που θέλουν να δημιουργήσουν οι ισχυροί του κόσμου δεν θα σου επιτρέπουν να έχεις καλές και κακές μέρες, προσωπικά προβλήματα, σκέψεις και ανασφάλειες. Όλα αυτά, κατά τη γνώμη τους, είναι για τους αδύναμους. Τα κέρδη απαιτούν επαγγελματικό φανατισμό. Οι εργοδότες δεν σου εμπιστεύονται μια δουλειά, αλλά τα κέρδη της εταιρίας τους. Το σύστημα επέβαλε τις δικές του ανάγκες. Η εξειδίκευση κατατρόπωσε την παιδεία για να βολέψει την εξουσία, ο έρωτας πάνω στη βιασύνη του επιβλήθηκε στα ιδανικά, η οικονομία κατέλυσε τη δημοκρατία.
Η τεμπελιά απεναντίας, έχει λύσει τα προβλήματά της εδώ και καιρό. Είναι περισσότερο φιλοσοφημένη από το κυνήγι του χρήματος. Αν και τελευταία μας χρεώθηκε, δεν πρόκειται περί ελληνικής πατέντας. Οι Λεττριστές πρώτα και στη συνέχεια οι Καταστασιακοί του Ντεμπόρ, «φτιαγμένοι» και απροσάρμοστοι, κατήγγειλαν στα μέσα του περασμένου αιώνα τον οπισθοδρομικό χαρακτήρα κάθε μισθωτής εργασίας. «Μη δουλεύετε ποτέ» είπαν και ενέπνευσαν το Μάη του ‘68. Οι τοίχοι γέμισαν με συνθήματα προκλητικά, μηνύματα ελευθερίας. Η δελεαστική τους πρόταση είναι εκείνο το διαβολάκι που μας επισκέπτεται συχνά και μας προτείνει κήπους, θάλασσες και έρωτες. «Ένας ύπνος ολομέθυστος στην αμμουδιά, αυτό αξίζει, και τ’ άλλα κουραφέξαλα» διακήρυσσε με βεβαιότητα ο Ρεμπώ. «Οι μέρες κατά τις οποίες δεν σαλεύουν ούτε τα χέρια μας, είναι τόσο ασυνήθιστα σιωπηλές, ώστε είναι σχεδόν αδύνατον να τις βιώσουμε δίχως να ακούμε πολλά» συμπληρώνει ο Ρίλκε.
Η ενοχλητική της αυθάδεια, που ζητούσε επιβράδυνση των οικονομικών δραστηριοτήτων, πείσμωσε τις αγορές και τα Μίντια. Η απλή αυτή ενέργεια του ηφαιστείου, που είχε ξεχαστεί, προσέβαλε τις αεροπορικές εταιρίες. Η αναιδέστατη φύση δεν πρόλαβε να αντικαταστήσει τους φυσικούς νόμους της με νέους καπιταλιστικούς. Αφήνοντας το ηφαίστειό της να εκραγεί, αν έβλεπε κανείς ειδήσεις, θα νόμιζε ότι είχε παρανομήσει- και είναι πολύ εκνευριστικό να σκέφτεσαι ότι κυκλοφορεί ακόμα ελεύθερη η ανήθικη αυτή μάνα.
Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός, εξαιτίας της βαθιά προβληματικής του σύλληψης, δεν κατάλαβε ποτέ το τυχαίο, το έκτακτο, το επείγον και το ανθρώπινο κι ούτε θέλησε να αποκτήσει έστω κάποια εργαλεία κατανόησής του. Απολαμβάνει σαδιστικά και μάλιστα ακόμη περισσότερο τώρα που αμφισβητείται από τους ίδιους του τους οπαδούς, να κάνει επίδειξη της δύναμής του, αγνοώντας ό,τι δεν τον διευκολύνει γιατί κερδίζει από αυτό. Αφού έχει σχεδόν ολοκληρώσει το καταστροφικό του έργο ενάντια στη φύση με πιο πρόσφατο θύμα του τον Κόλπο του Μεξικού, ήρθε για να παρακάμψει την ανθρώπινη φύση και να εξαλείψει καθετί που την κάνει θαυμαστή, εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες της και αδιαφορώντας για τις θαυμαστές ιδιοτροπίες της.
«Η εργασία απελευθερώνει». Αυτό είχαμε μάθει από την πύλη του Άουσβιτς. Τα σύγχρονα στρατόπεδα εργασίας που θέλουν να δημιουργήσουν οι ισχυροί του κόσμου δεν θα σου επιτρέπουν να έχεις καλές και κακές μέρες, προσωπικά προβλήματα, σκέψεις και ανασφάλειες. Όλα αυτά, κατά τη γνώμη τους, είναι για τους αδύναμους. Τα κέρδη απαιτούν επαγγελματικό φανατισμό. Οι εργοδότες δεν σου εμπιστεύονται μια δουλειά, αλλά τα κέρδη της εταιρίας τους. Το σύστημα επέβαλε τις δικές του ανάγκες. Η εξειδίκευση κατατρόπωσε την παιδεία για να βολέψει την εξουσία, ο έρωτας πάνω στη βιασύνη του επιβλήθηκε στα ιδανικά, η οικονομία κατέλυσε τη δημοκρατία.
Η τεμπελιά απεναντίας, έχει λύσει τα προβλήματά της εδώ και καιρό. Είναι περισσότερο φιλοσοφημένη από το κυνήγι του χρήματος. Αν και τελευταία μας χρεώθηκε, δεν πρόκειται περί ελληνικής πατέντας. Οι Λεττριστές πρώτα και στη συνέχεια οι Καταστασιακοί του Ντεμπόρ, «φτιαγμένοι» και απροσάρμοστοι, κατήγγειλαν στα μέσα του περασμένου αιώνα τον οπισθοδρομικό χαρακτήρα κάθε μισθωτής εργασίας. «Μη δουλεύετε ποτέ» είπαν και ενέπνευσαν το Μάη του ‘68. Οι τοίχοι γέμισαν με συνθήματα προκλητικά, μηνύματα ελευθερίας. Η δελεαστική τους πρόταση είναι εκείνο το διαβολάκι που μας επισκέπτεται συχνά και μας προτείνει κήπους, θάλασσες και έρωτες. «Ένας ύπνος ολομέθυστος στην αμμουδιά, αυτό αξίζει, και τ’ άλλα κουραφέξαλα» διακήρυσσε με βεβαιότητα ο Ρεμπώ. «Οι μέρες κατά τις οποίες δεν σαλεύουν ούτε τα χέρια μας, είναι τόσο ασυνήθιστα σιωπηλές, ώστε είναι σχεδόν αδύνατον να τις βιώσουμε δίχως να ακούμε πολλά» συμπληρώνει ο Ρίλκε.
«Ανάμεσα σε τόσους στοχαστές δεν βρέθηκε ούτε ένας να εκθειάσει το παράδειγμα ενός Θεού που δημιούργησε τον κόσμο σε 6 μέρες και ξεκουράστηκε την έβδομη» λέει ο Βανεγκέμ αλλά δεν έχει ακριβώς δίκιο. Ο Πολ Λαφάργκ, που ήταν γαμπρός του Μαρξ, έγραφε πριν 130 χρόνια: «Αν, ξεριζώνοντας απ την καρδιά της το διεστραμμένο πάθος που την κυβερνά και διαστρεβλώνει τη φύση της, η εργατική τάξη ύψωνε το φοβερό ανάστημά της όχι για ν’ απαιτήσει τα Δικαιώματα του Ανθρώπου που δεν είναι τίποτε άλλο απ’ τα δικαιώματα της εκμετάλλευσης, ούτε και το Δικαίωμα στη δουλειά που δεν είναι τίποτε άλλο απ το δικαίωμα στην εξαθλίωση, μα για να σφυρηλατήσει έναν ατσάλινο νόμο που θ’ απαγόρευε στον καθένα να δουλεύει περισσότερες από τρεις ώρες τη μέρα, η Γη, η γριά Γη, ξετρελαμένη απ τη χαρά της θα ‘νιωθε να γεννιέται μέσα της ένα καινούργιο σύμπαν».
Ο Μπροντιγιάρ δείχνει να συμφωνεί: «Η αληθινή αξία χρήσης του χρόνου είναι το να χάνεται». Η πίεση για ταχύτητα έκαναν τον ελεύθερο χρόνο πολυτέλεια, που ούτως ή άλλως μάθαμε να φοβόμαστε. Για να δράσει κανείς, πρέπει προπαντός «να είναι απόλυτα ήσυχος, να μη του μένει καμία αμφιβολία» γράφει ο Ντοστογιέφσκι. Κι ο κόσμος βρίσκει την ευκαιρία να εκμαιεύσει την μπρεχτική έγκρισή μας όταν αρχίσουμε να ματώνουμε μέσα του και να τον υπηρετούμε.
Δεν έχω πειστεί καθόλου για τα εντυπωσιακά αποτελέσματα της τεμπελιάς. Δεν αμφιβάλλω όμως καθόλου για την αξία της δημιουργικής της πλευράς. Το αστείο, άλλωστε, είναι πως όλοι, λίγο ή πολύ, θεωρούμε τους εαυτούς μας δουλευταράδες. Γιατί όμως οι εργασιομανείς να μη μας τρομάζουν όσο και οι τεμπέληδες; Τα νούμερα κάτι μου λέει ότι ποτέ δε θα βγαίνουν. Ξέρετε άλλωστε κανέναν έρωτα πολυάσχολο ή κανένα έργο τέχνης που είχε πολλές δουλειές; Τι μπορείς να κάνεις όταν η φύση σε καλεί να τα παρατήσεις όλα εκτός από το να αφήσεις τις δουλειές σου να περιμένουν; Μήπως το δικαίωμα μας στην τεμπελιά θα έπρεπε να είναι ήδη κατοχυρωμένο;
Το πιο επικίνδυνο πρόσωπο της τεμπελιάς είναι η αδιαφορία, η οποία ποτέ δεν ενόχλησε την εξουσία. Δεν τη βρήκε ποτέ κατάπτυστη επειδή την νομιμοποιεί και την ενδυναμώνει. Κάποια επόμενη στάχτη, που θα σημάνει την επόμενη στάση για περισυλλογή, ίσως μας φοβίσει και πάψουμε να ερωτευόμαστε, να περπατάμε και να δουλεύουμε στα τυφλά. Το αληθινό πρόβλημα, η τεμπελιά που επιδεικνύουμε απέναντι στους εαυτούς μας και τα ελαττώματά μας, ελπίζω αφελώς πως κάποτε, με μία έκρηξη που θα άξιζε η λάβα της να μας κάψει, θα απαλλασσόταν από το μανδύα της χυδαιότητας και της υποκρισίας. Το φως θα επέστρεφε στις ζαλισμένες ζωές μας.
Διαφορετικά πάντα θα ελλοχεύει ο κίνδυνος η φύση σαν εξυπνότερη που είναι να υποχωρήσει «κάνοντας σε μια κούφια πλέον ανθρωπότητα χαλάλι τον θρίαμβο να αφανισθεί, εκπληρώνοντας έτσι την πιο μεγάλη της επιθυμία»(Καρλ Κράους). Αν δεν είναι αυτό που πραγματικά ψάχνει, είμαι σίγουρος πως οι τεμπέληδες θα βρουν το χρόνο να την προειδοποιήσουν. Το ότι δεν θα βρεθεί κανείς να τους πιστέψει, είναι ένα άλλο ζήτημα.
Υ.Γ: Τις τελευταίες ημέρες πάντως αποδείχτηκε περίτρανα: Το πρόβλημα δεν ήταν ο Έλληνας τεμπέλης, αλλά ο δουλευταράς Μαντέλης.
2 σχόλια:
Αναπάντεχο δώρο ήταν η ανακάλυψη του blog σου. Ανοιξιάτικος περίπατος το απάνθισμα της παγκόσμιας διανόησης. Χαίρομαι που υπάρχεις και κάνεις αυτό που κάνεις. Λυπάμαι μόνο που ζούμε στην ίδια πόλη και δεν ανταμώνουμε.
Το ευχαριστώ είναι λίγο μπροστά στο πολύ ζεστό σου σχόλιο. Μου άρεσαν οι αναλύσεις σου και σας έβαλα στα links. Περιμένω να δραστηριοποιηθείς και να ρίξεις λίγο φως ακόμη στο σκοτάδι των οικονομικών.
Δημοσίευση σχολίου