Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Τι αξιοθρήνητη επινόηση

Έχω βαρεθεί την ζωή, ο κόσμος μου προκαλεί ναυτία. Είναι ανούσιος και δεν έχει ούτε γεύση, ούτε νόημα. Ακόμη κι αν ήμουν πιο πεινασμένος κι από τον Πιερρό, δεν θα επιθυμούσα να τραφώ από την εξήγηση που θα έδιναν οι άνθρωποι. Όπως βυθίζουμε το δάχτυλο στην γη για να αναγνωρίσουμε τον τόπο που βρισκόμαστε, έτσι κι εγώ βυθίζω το δάχτυλό μου μέσα στην ζωή: δεν έχει καμμία οσμή. Πού βρίσκομαι; Ο κόσμος τι θέλει να πει; Τι σημαίνει αυτή η λέξη; Ποιος με ξεγέλασε για να με πετάξει εδώ και τώρα με εγκατέλειψε; Ποιος είμαι; Πώς εισήλθα στον κόσμο; Γιατί δεν με ρώτησαν, γιατί δεν με πληροφόρησαν για τους τρόπους και τις συνήθειες, αλλά με ενσωμάτωσαν στις τάξεις σαν να με είχε αγοράσει ένας στρατολόγος της φρουράς; Με ποια ιδιότητα έδειξα ενδιαφέρον γι’ αυτή την τεράστια επιχείρηση που ονομάζουν, η πραγματικότητα; Και γιατί πρέπει να ενδιαφέρομαι γι’αυτήν; Δεν πρόκειται για μια υπόθεση ελεύθερη; Και αν είμαι υποχρεωμένος να ενδιαφέρομαι, πού είναι ο διευθυντής για να του κάνω μια παρατήρηση; Δεν υπάρχει διευθυντής; Σε ποιον θα απευθύνω τα παράπονά μου; Η ζωή είναι το αντικείμενο μιας συζήτησης: Μπορώ να ζητήσω να ληφθεί υπ’ όψιν η γνώμη μου; Κι αν πρέπει να δεχτώ τη ζωή έτσι όπως είναι, δεν θα ήταν καλύτερα να γνωρίζω πώς ακριβώς είναι; Ένας απατεώνας: τι σημαίνει αυτή η λέξη; Ο Κικέρων δεν λέει ότι βρίσκουμε έναν απατεώνα όταν ρωτήσουμε: cui bono, ποιος ωφελείται; Ας αναρωτηθεί ο καθείς και εγώ ρωτώ τον καθένα αν είχα κάποια ωφέλεια όταν προκάλεσα την δυστυχία μου και την δυστυχία ενός νέου κοριτσιού. Τι σημαίνει να είσαι ένοχος; Μια υπόθεση μαγείας; Δεν ξέρουμε πώς να απαντήσουμε με ακρίβεια. Κανείς δεν έχει διάθεση να απαντήσει; Το πρόβλημα λοιπόν δεν έχει την τελευταία σημασία για όλους τους συν-ενδιαφερομένους;  Η λογική μου σταματά, ή μάλλον, την εγκαταλείπω. Την μια στιγμή είμαι κουρασμένος, εκμηδενισμένος και σχεδόν νεκρός από αδιαφορία. Την άλλη στιγμή γίνομαι έξαλλος από θυμό και πάω απελπισμένος από την μια άκρη του κόσμου στην άλλη, αναζητώντας κάποιον άνθρωπο επάνω στον οποίο να ξεσπάσει η οργή μου. Όλο το είναι μου φωνάζει την αντίφαση. Με ποιο τρόπο έγινα ένοχος; Γιατί τότε μου φωνάζουν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου ότι είμαι ένοχος; Τι αξιοθρήνητη επινόηση είναι η ανθρώπινη γλώσσα εκφράζοντας ένα πράγμα όταν σκέφτεται κάτι άλλο!

Σαίρεν Κίρκεγκωρ, Για το μυστήριο του ανθρώπου, Εκδόσεις Ευθύνη, Μετάφραση Σόνιας Κουμαντάρου-Πρεβελάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: