Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012

Η Χρυσή Αυγή κάνει τους άντρες

Όσο μεγαλώνω, όλο και περισσότεροι άνθρωποι διαγκωνίζονται μέσα μου για το τι πρέπει να γράψω και τι όχι. Τους μαζεύω λοιπόν στην είσοδο της πολυκατοικίας και τους αφήνω να μαλώσουν. Στροβιλίζονται ανήσυχοι γύρω μου, απολαμβάνουν τη σύγχυσή μου, διακόπτουν ο ένας τον άλλο, χτυπάνε κουδούνια για να μαζευτούν κι οι υπόλοιποι. Αδύνατο να τους απασχολήσω παραπάνω από ένα λεπτό. Έχουν τη δική τους ατζέντα. Στο τέλος αποφασίζουμε δημοκρατικά και αναλαμβάνει ένας από όλους να ξεκαθαρίσει τη θέση μου. Γιατί οφείλω να έχω μία γνώμη, μία θέση, μία άποψη, μία και μόνο μία. Και όχι μόνο οφείλω να έχω μία άποψη, αλλά επιβάλλεται να είναι στιβαρή και αμετακίνητη. Είναι ζήτημα κύρους. Όλοι αυτοί οι μικροί κύριοι που διαπραγματεύονται τη φωνή μου, μ’αφήνουν ακάλυπτο και με μπερδεύουν. Αλλά και να μπορούσα, δεν θα τους έσπαγα στο ξύλο. Αν δεν τους σεβόμουν κι δεν τους άκουγα προσεκτικά θα κινδύνευα να χαρακτηριστώ «άντρας». Για ρεφορμιστές είναι ελαφρώς καλύτερα τα πράγματα.

Διαβάζοντας, εκτός από μερικές ωραίες φράσεις, συγκρατώ μόνο το αίμα και μου μένει η εξάντληση. Δε γίνομαι Ρεπουσικός σε καμία περίπτωση. Είναι εγκληματικό και ολέθριο να προπαγανδίζουμε ωραιοποιημένα, λογοτεχνίζοντα, ψεύδη δίνοντας πάτημα στην Ακροδεξιά. Απλώς όταν μαλώνω με ανθρώπους που κατέχουν την απόλυτη αλήθεια, υποφέρω. Δε θέλω να υπερασπιστώ τον εαυτό μου όταν με υποδέχονται ενοχλημένοι στο τρελοκομείο τους. Τίποτα δεν τους διαφεύγει εφόσον ο ιδεοληπτικός ζουρλομανδύας παραμένει σφιχτά δεμένος στη θέση του. Λίγο να παρεκκλίνεις από το δόγμα συμπληρώνουν το όνομά σου στη λίστα των υπόπτων. Τότε είναι που αρχίζω και συμπεριφέρομαι σαν ένοχος, αλλάζω θέμα για να μην καρφωθώ, μιλάω για τον καιρό, κουνάω το κεφάλι επιδοκιμαστικά, παραδέχομαι ότι δεν έχω μελετήσει το θέμα σε βάθος, αναγνωρίζω στο συνομιλητή μου την αρετή του, τον ευχαριστώ που διέθεσε το χρόνο του για να μου κάνει κήρυγμα, του ζητώ συγγνώμη που δεν συμφώνησα μαζί του από την αρχή, τον παρακαλώ να ξανασυναντηθούμε για να μου τα ξαναπεί, τον αποχαιρετώ και γυρνάω σπίτι μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσω ότι παρά την άριστη διαγωγή μου, παραμένω άνεργος. Τι πράμα κι αυτό να τα γνωρίζουν όλα και μόνο αυτοί να τους αρέσουνε πολύ; Πόσες ελπίδες να τους δίνουν οι γιατροί; Είναι τυχαίο που πριν ένα χρόνο κάναμε best seller «Την Τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο»; Αυτό μας ενδιέφερε ανέκαθεν. Σύμπτωση που εντυπωσιαζόμαστε αντί να γελάμε με όσους είναι έτοιμοι να μας ανακοινώσουν ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ στα βιβλία τους; Μία πίστη ψάχναμε πάντοτε να ξεφορτώσουμε τις ελπίδες μας. Εκεί που αγοράζουν χρυσαφικά, να αγοράζουνε άραγε και δίκια; Για μια καλή τιμή θα το αποχωριζόμουν.

Ορισμένοι άνδρες του Κοινοβουλίου έχουν σειρά, παίρνουν μικρόφωνο, σφίγγουν τη γραβάτα τους, βάζουν και έναν τηλεοπτικό δημοσιογράφο πλάι τους που τους εύχεται καλή όρεξη και ξεκινούν. Δε μιλάω. Παρακολουθώ γεμάτος αγωνία την προσπάθειά τους να με χωνέψουν. Αν κολλάω στο λάρυγγα, τραβούν καζανάκι ως συνήθως. Η λεηλασία του άλλου είναι ακόμα το χόμπι τους αλλά εγώ ξαναμαζεύω χαρτάκια του Euro. Τι ασίγαστη διάθεση να χειραγωγούν και να πουλούν άποψη από τα μαγαζάκια τους! Όλα κι όλα. Βρέξει χιονίσει, έχουν πάντοτε μία κακή κουβέντα να πουν για τον άλλο. Δε τον συγχωρούν από την πρώτη στιγμή, πόσο μάλλον όταν νιώθουν ότι μειονεκτούν. Εδώ ο Κασιδιάρης γυμνάζεται και οι συνομιλητές του χτενίζονται όπως παλιά. Αφύσικο πλέον δεν είναι να δέρνεις στα τηλεοπτικά πλατό. Αφύσικο είναι να πολιτεύεσαι όπως παλιά. Πώς να μην πάρει τα πάνω της η μαγκιόρα Ακροδεξιά όταν την αντικρούει η Μιλένα Αποστολάκη; Κάτι τέτοιοι κι αν έχουν ξεχάσει να πεθάνουν. «Είναι τραγικό να μας διεκδικεί το ένα κόμμα, όταν δε θέλουμε να ξέρουμε για το άλλο, και να πρέπει να ανήκουμε σε τούτο, επειδή περιφρονούμε εκείνο» (Κράους). Όλοι ίδιοι ήταν και στο παρελθόν ώσπου ήρθε ο ναζισμός και μπήκαμε σε μία σειρά.

Στα Social Media, τα πολιτιστικά ερείπια όπου χαριεντιζόμαστε ημιλιπόθυμοι, μόνο ο Χατζιδάκις μπορεί να λέει ότι ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι. Και δεν ξέρω αν μπορεί επειδή ήταν ο Χατζιδάκις ή επειδή είναι νεκρός. Η λέξη ενδεχομένως είναι σχεδόν ανεπίτρεπτη αλλά εμένα με ξετρελαίνει. Κάπου είδα γραμμένο το παρακάτω σύνθημα από έναν αναρχικό: «Θάνατος στους ουδέτερους» αλλά δε χαμπαριάζω. Ενδεχομένως! Πιθανότατα! Διατηρώ τις επιφυλάξεις μου! Θεέ μου, τι ηδονή! Με το Σύριζα τα λεφτά θα βρίσκονταν- ενδεχομένως. Με τον Σαμαρά θα ερχόταν η ανάπτυξη- ενδεχομένως. Με το ΠΑ.ΣΟ.Κ θα είχαμε πρωτογενές πλεόνασμα-ενδεχομένως. Με το Κ.Κ.Ε θα ήμασταν στον επίγειο παράδεισο- ενδεχομένως. Το ενδεχομένως είναι η ελευθερία μου. Το μόνο που αξίζει είναι αυτό το ενδεχομένως. Το μόνο που θέλω να ξέρετε για μένα είναι αυτό το ενδεχομένως. Ενδεχομένως Μιχάλης Αποστολίδης. Μιχάλης ενδεχομένως Αποστολίδης. Μιχάλης Αποστολίδης ενδεχομένως. Όπου και να το βάλετε, ακούγεται μία χαρά.

Τα χασμουρητά κόβονται απότομα από το χαστούκι. Τι ευτυχής συγκυρία για να ξυπνήσουμε. Να δείξουμε αλληλεγγύη. Να μην τους ξαναψηφίσουμε. Με τη Χρυσή Αυγή, όπως ενδεχομένως να υποπτευθήκατε, δεν υπάρχει ενδεχομένως. Δεν θα καταδικάσουμε σήμερα τη βία από όπου κι αν προέρχεται. Κάτι μου λέει εξάλλου ότι θα ξεχάσουμε πάλι τον καπιταλισμό- όποιος δε θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό, θα ήταν καλύτερα να σωπαίνει και για το φασισμό έγραφε κάποτε ο Max Horkheimer. Αυτό που είπε ευθαρσώς ο θεωρητικός της Ακροδεξιάς Κώστας Πλεύρης, δυσκολευόταν να το ξεκαθαρίσει στο μυαλό του ο πολιτικός και δημοσιογραφικός κόσμος της χώρας κάμποσες μέρες. Τα συμφέροντα κι αν είναι ανεγκέφαλα. Ασφαλώς, η Αριστερά κάποια στιγμή πρέπει να αποφασίσει ανάμεσα στο «η Φαντασία στην εξουσία» και στο «Φασίστες, κουφάλες, έρχονται κρεμάλες». Τα δυο τους είναι παντελώς ασυμβίβαστα αλλά δεν είναι τώρα η ώρα να ανοίξουμε κι αυτή τη συζήτηση όταν κάθε βράδυ σχεδόν στο κέντρο της Αθήνας έχουμε πογκρόμ. Το μεταναστευτικό ξέφυγε αλλά το παιδί που σκότωσε τον Αλβανό διαρρήκτη μας λέει να κλειδώσουμε τα όπλα σπίτι. Τι να εννοεί;

Απεναντίας οι Χρυσαυγίτες με τις αγριοφωνάρες τους γίνονται πιο κατανοητοί. Πώς να μη γοητευτεί η γκόμενα του Facebook αφού ακόμα κι αυτή, παρόλο που ποτέ δεν ασχολήθηκε, μπούχτισε από την ξύλινη γλώσσα, το δήθεν, την προπαγάνδα, τα διλήμματα και την τρομοκρατία; Ψηφίζει Χρυσή Αυγή για την αλλαγή, είναι γενικώς φιλήσυχη, αλλάζει φωτογραφία προφίλ κάθε μέρα, της αρέσουν τα κωλόπαιδα επειδή μόνο εκείνα αγαπούν αληθινά όπως λέει και το γκρουπάκι και έχει γραμμένη στα παλιά της τα γοβάκια την Άρεντ και την Κοινοτοπία του Κακού που είναι έτοιμη να υποστηρίξει. Βαρέθηκε. Αυτή είναι η λέξη κλειδί. Βαρέθηκε-πώς να περιμένουμε να καταλάβει ότι η ζωή της είναι αυτό που βαρέθηκε; Από πέρυσι έχει να πάει για ψώνια κι αυτά στις εκπτώσεις! Τώρα είναι απασχολημένη να μισεί. Θέλει κάτι αληθινό και ο φασισμός διαθέτει ωμότητα και αλήθεια. Παρουσιάζεται μπροστά της γυμνός όπως τον γέννησε η μάνα του και γίνεται ο κόσμος που δεν την ντροπιάζει. Το ιδεολογικό κενό του καταναλωτισμού δεν μπορεί να καλυφθεί παρά μόνο με μίσος όταν μάλιστα η ανεργία αυξάνει με γοργούς ρυθμούς. Αυτά συμβαίνουν όταν δεν εξηγείς από την πρώτη στιγμή στο λαό σου πού έχουμε μπλέξει, πόσο διαρκεί το μνημόνιο, ποιες θα είναι οι συνολικά οι θυσίες, ποιοι οι κίνδυνοι, ποιες οι προοπτικές. Αυτά συμβαίνουν όταν η Δημοκρατία θυσιάζεται στο βωμό της «σωτηρίας», όταν δεν βρίσκεται ούτε ένας σφυγμός της Δικαιοσύνης. Αφού οι περισσότεροι πολιτικοί δεν είναι έτοιμοι να απαρνηθούν την πελατεία τους, δεν είναι παράξενο που ό,τι πιο «φρέσκο» κυκλοφορεί στην πολιτική ζωή της χώρας είναι οι φίλοι του Κασιδιάρη.

Η έννοια συνείδηση λείπει προς το παρόν από το σταυρόλεξο. Απαιτεί πολλά από τον ερασιτέχνη λύτη. Είναι η λέξη που εμφανίζεται συνήθως τελευταία, αφού έχεις εξαντλήσει όλα τα λάθη που μπορείς να κάνεις. Δεν μπορείς μάλιστα να αναφέρεσαι σε αυτή γιατί είναι σα να κλέβεις, σα να μαρτυράς το happy end που κανείς δε θέλει να δει έτσι απάνθρωπα που κυλάει το έργο. Ο λαός δεν είναι αρκετά πλούσιος ώστε να μπορεί να διατηρεί εκτός από το νοικοκυριό του και μία συνείδηση. Κάποιος Άγγλος το είχε πει αυτό. Ο Χένρι Μίλλερ πάντως ήταν αυτός που έγραφε στην Εποχή των δολοφόνων: «Ποιος είναι ο καλλιτέχνης του λόγου που συγκλόνισε τον κόσμο στο βαθμό που το πέτυχε ο Χίτλερ; Ποιο ποίημα τον αναστάτωσε όπως η ατομική βόμβα; Με ποια όπλα ο ποιητής μπορεί να υπερισχύσει; Ή με ποια  όνειρα; Πού κρύβεται η περίφημη φαντασία του; Η πραγματικότητα μας τυφλώνει ολόγυμνη αλλά πού είναι το τραγούδι που της αξίζει;». Πώς να αγνοήσεις το ερώτημα; Ο διαβασμένος Φύρερ έγραψε 900 σελίδες και αιματοκύλισε την ανθρωπότητα για το δίκαιο αγώνα του. Ο Αντόρνο, με το που αφουγκράστηκε τη θηριωδία, μάζεψε βιαστικά τις κόλλες από τους ποιητές. Τι κάνετε μωρέ; Σταματήστε την ποίηση. Όχι άλλη ποίηση. Δεν είναι δυνατόν να γράφετε ποιήματα μετά το Άουσβιτς, τους είπε και ο αφορισμός του ενισχύει το αρχικό ερώτημα. Πώς να αφοσιωθούμε στον πολιτισμό όταν προελαύνει ο φασισμός; Ποιοι λογοτέχνες, ποιοι ποιητές, ποιοι συνθέτες θα αναλάβουν τον άχαρο ρόλο να αφυπνίσουν το λαό τους που αργοπεθαίνει; Με ποια μέσα, με ποιο ύφος, με ποια μορφή, με ποια ένταση, με ποιο κόστος; Μπορούν να σώσουν κάτι άλλο εκτός από τον εαυτό τους; Πώς να γρατζουνίσεις συνειδήσεις χωρίς να το πάρουν χαμπάρι; Μία βόλτα στο Διαδίκτυο θα τους έπειθε πάντως πως οι λέξεις δεν αρκεί πια να γράφονται, πρέπει και να χαστουκίζουν. Η σιωπή δεν είναι επιθυμητή.

Ωστόσο και να μη φανούν οι πνευματικοί άνθρωποι στην πολιτική ή την τηλεόραση, ζουν ανάμεσά μας. Οι πιο περήφανοι, που είναι συνήθως και οι πιο σπουδαίοι, περιμένουν εμάς να πάμε κοντά τους. Αριστουργήματα πάντα θα γράφονται. Θα έλεγε κανείς ότι ήδη περισσεύουν. Αναγνώστες περιμένουν περίεργους και πεισματάρηδες. Μπορεί να φανεί ελιτίστικο, αλλά τη σοβαρότητα της κατάστασης αντιλαμβάνονται περισσότερο όσοι έχουν το νου τους στα βιβλία κι όχι στα ταμειακά διαθέσιμα. Όσοι θεωρούν πως μία πιθανότητα υπάρχει ακόμα: Η παιδεία και είναι μηδαμινή. Οι άλλες πιθανότητες είναι βίαιες και ασφαλώς πιο κοντινές στην ιδιοσυγκρασία μας. Το έγκλημα μας έβρισκε παραδοσιακά σύμφωνους. Είναι άραγε σκόπιμα αφελείς οι άνθρωποι των γραμμάτων που συνεχίζουν τη δουλειά τους σα να μη συμβαίνει τίποτα ή είναι κι αυτοί προσκυνημένοι; Μπορούμε να γενικεύσουμε, να τους βάλουμε σε ένα τσουβάλι και να τελειώνουμε μαζί τους; Η λογοτεχνία που λέει ότι η κτηνωδία ξεκινάει από την ανικανοποίητη δίψα για αγάπη και δικαιολογεί τους φασίστες, πρέπει να απαγορευτεί άραγε για χάρη της πόλωσης; Ή πρέπει να μπει στο συρτάρι μέχρι να αρχίσουν να μας δανείζουν οι αγορές και αποσυρθεί ο Μιχαλολιάκος στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας;  Η στιγμή πάντως που θα κληθούμε να διαλέξουμε πατρίδα πλησιάζει και η βαρβαρότητα φαντάζει ιδανικός προορισμός για χαμένους, η κρίση μοναδική ευκαιρία για προσκύνημα στα άγια χώματά της. Τι ελληνικό έχει το μίσος εναντίον όλων μένει να φανεί. Θα το διαψεύσουμε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;

Ο Κάφκα γράφει κάπου: «Μερικές φορές μέσα στην αλαζονεία του ανησυχεί περισσότερο για τον κόσμο παρά για τον εαυτό του». Το παθαίνει συχνά αυτό όποιος γράφει. Καλύτερα όμως να πορευτούμε με αλαζονεία παρά με αυταρέσκεια. Χωρίς αλαζονεία τι μπαίνεις να κάνεις στη μάχη; Ο Μπράντμπερι έφυγε. Κάθε μέρα οι πυροσβέστες του Fahrenheit 451 ανάβουν και σβήνουν φωτιές. Τα βιβλία δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αυτό το ξέραμε- καλύτερα να πούμε το άλλο με τον Κοσμά τον Αιτωλό. Μπορούν πιο εύκολα να τον κάψουν και να τον εκδικηθούν που ακόμα τα σέβεται και δεν τα ανοίγει, να τον αποτελειώσουν επειδή εκείνος που τα ξεφυλλίζει έχει προαποφασίσει τι θα πιστέψει όπως ο Χίτλερ. Όπου κλείνει ένα σχολείο, παραφράζοντας το απόφθεγμα του Ουγκώ, θα λέγαμε πως ανοίγει μία Χρυσή Αυγή. Ο φασισμός που συμβαίνει τώρα επιβάλλει ωστόσο βιβλιοψεκασμούς. Όποιος νομίζει ότι είναι αργά, είναι απλώς ρεαλιστής. Δεν προσφέρει υπηρεσία στην πατρίδα. Κάτι πάγκοι έχουν στηθεί στην παραλία. Μη διστάσετε.


Υ.Γ1. Τη στιγμή που τελείωνα το κείμενο, επισκέφτηκα από περιέργεια ακροδεξιά μπλογκς και έπεσα πάνω σε ένα διαμαντάκι. Ο αρθρογράφος ειρωνεύεται με ευφυή δήθεν αλλά χυδαίο στην πραγματικότητα τρόπο τη λεσβία Λιάνα που πρέπει να ευχαριστήσει τον Ηλία για το χαστούκι. Την έκανε να αισθανθεί γυναίκα κάτι που κανένας σπαγκοραμμένος κομμουνιστής δεν κατάφερε. Αυτό που με εντυπωσίασε στο κείμενο του νεοναζί ήταν ο στίχος της Πλαθ με τον οποίο ξεκινούσε: «Κάθε γυναίκα λατρεύει ένα φασίστα». Άνανδροι όταν δέρνουν γυναίκες και μετανάστες, άνανδροι και οι πιο έξυπνοι από δαύτους όταν ξεκουράζουν τα ποντίκια τους στο χαρτί. Ο στίχος είναι από το περίφημο ποίημα της Πλαθ για τον ναζιστή πατέρα της που όπως λέει ήθελε να σκοτώσει. Στο τέλος του ποιήματος ανακοινώνει ανακουφισμένη ότι τον ξεπέρασε. Από το τέλος που έδωσε στη ζωή της, ωστόσο, μάλλον ο μπάσταρδος, όπως η ίδια τον ονομάζει, είχε προλάβει να απλώσει το χεράκι του στη μοίρα της. Ο αρθρογράφος αυθαίρετα επίσης και εξίσου άνανδρα θεωρεί μόνο τους φίλους του Κασιδιάρη αρσενικά. Μόνο εκείνοι καυλώνουν και ξέρουν να φερθούν στη γυναίκα όπως στ’αλήθεια επιθυμεί: τη βαράνε αλύπητα και εάν επιζήσει της ρίχνουν και ένα παθιασμένο φιλί για να την επιβραβεύσουν για το γερό σαγόνι της. Οι γυναίκες ωστόσο δεν μας καλούν να γίνουμε νεοναζί για να τις κατακτήσουμε. Δε χρειάζεται να μισήσουμε τόσο τον εαυτό μας. Προτιμούν να είμαστε καθημερινά ποιητές και εραστές που ξέρουν τι θα πει χιονιάς, με ικανότητες χαμόγελου και επικοινωνίας. Εκτός από τους φούρνους και τα τάγματα ασφαλείας, επιτρέπεται ακόμα να εμπνεόμαστε από τον έρωτα, τη δημιουργία, τις τέχνες, την ελευθερία, την ιδέα της Δημοκρατίας, την ίδια τη θυσία και την προσφορά. Θέλω να πιστεύω ότι οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να ανάψουν διαβάζοντας ένα πρόστυχο ποίημα του Αντωνάκου, του Σταυρόπουλου ή του Νιάρχου, παρά με καλέσματα μίσους διαφόρων υπανθρώπων που χρειάζονται βοήθεια. Αν είναι να μας πουλήσουν έρωτα για να τους ψηφίσουμε όσοι δε τυφλωθήκαμε ακόμα από την ομαδική μαλακία που τραβάνε στα κανάλια καθημερινά παρά το εμπάργκο, ας είναι. Ελπίζω ότι θα προτιμήσετε τελικά τον αδυσώπητο Ομάρ των Απαράδεκτων και εύχομαι να το κάνετε γρήγορα. Όπου υπάρχουν άνθρωποι που δικαιολογούν καθημερινά την παρουσία τους, δεν υπάρχει κόλαση, παρά τη βία που μετράει τη γη, παρά την αδικία από την οποία δεν γλίτωσε κανείς.

ΥΓ2. Εάν η Χρυσή Αυγή θριαμβεύσει ξανά, θα υποστηρίξω με σθένος την ανεξαρτητοποίηση της Κρήτης. Στο Κοινοβούλιο δε θα έχουμε τα φασισταριά γιατί το δίλημμα παραείναι σαφές για τους μερακλήδες του νησιού. Μουντάκης ή τανκς! Ευτυχώς, οι μερακλήδες το ‘χουνε και ξέρουνε πως γλεντούνε, ξέρουνε να πεθαίνουνε μα ξέρουνε και να ζούνε, γι’αυτό στον ίδιο το Θεό παράκληση θα κάνω, μη τσι πειράζει όσους γλεντούν στον κόσμο τον απάνω, Θε μου Πανάγαθε Θεέ κοίταξε να βρεις τρόπους, να παίρνεις μόνο ψεύτικους και τσι κακούς αθρώπους, ξεδιάλεγε τσι τσ’ άχρηστους και τσι ψευτονταήδες, να αφήνεις μόνο στη ζωή αθρώπους μερακλήδες, που ξέρουνε και τραγουδούν και παίζουνε και χορεύουν, και αγαπούν και χαίρονται και δε σε κοροιδεύουν, να ξαναρχίσει μια ζωή γεμάτη καλοσύνη, αγάπη και καλή καρδιά στον κόσμο να πομείνει, κάμε το Θε μου ετούτο να μην επαναστήσω, κι όλους τσι μερακλήδες μου θα τσι μονοπαντίσω, να αρχίξω γλέντι και χαρά και όπου το βγάλει η βράση, ή που θα σιάξει ο ντουνιάς ή που θα σιοχαλάσει. Αυτά. Μετά από 10-20 χρόνια και αφού πρώτα έχει συμβάλει στο αιματοκύλισμα της πατρίδας, θα υποδεχτούμε στην παρέα μας τον μετανάστη Ηλία που δεν θα έχει χαρτιά. Αφού προκληθεί ένας μικρός πανικός όταν κάποιος προσπαθήσει ανεπιτυχώς να μαχαιρώσει τον «ξένο», θα σηκωθεί να χορέψει όπως τόσο του άρεσε κάποτε να κάνει. Τρυφερή είναι η ήττα, μου άρεσε πάντα ο τίτλος εκείνου του βιβλίου.


4 σχόλια:

Vilanovas είπε...

Το απόσπασμα από το RISTORANTE VERONA, τα λέει όλα:
''Ήρθε κάποιος να σταθεί απέναντί σου σαν άντρας, να σου θυμίσει ότι είσαι γυναίκα και με ένα χαστούκι να σε τιμήσει, πολύ περισσότερο από ό,τι οι λιγδιάρηδες μπολσεβίκοι και οι φλώροι αστοί τόσα χρόνια''

Οι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι. Επικίνδυνα επικίνδυνοι. Και οι αδαείς τους [ξανα]ψηφισαν. Πίστεψα πως τα χαστούκια του Κασιδιάρη θα αφυπνίσουν τους 'από σπόντα' ψηφοφόρους των χρυσών ναζιστικών αυγών και θα καταλάβουν το λάθος του Μαϊου. Και όμως.

Στα blogs και στα facebook τα περισσότερα σχόλια ήταν υπέρ του Κασιδιάρη. "Καλά τους έκανες" , "Βρέθηκε ένας σωστός να τους ταρακουνήσει" , "Σπάστε στο ξύλο τους δηλητηριογράφους και τους πολιτικούς", λες και η Αριστερά είναι υπευθuνη για το σημερινό χάος [είναι προφανές πως το ΠΑΣΟΚ έχει πάψει να εφαρμόζει σοσιαλιστική / αριστερή πολιτική εδώ και χρόνια].

Πόλωση. Μεγάλη. Δύσκολα θα αλλάξουν τα πράγματα. Για να γυρίσει ο ήλιος, θέλει δουλειά πολλή.Θέλει ο κόσμος να ανοίξει τα στραβά του, να μην σκέφεται ατομιστικά και να μην φοβάται το καινούριο, το πορφυρό. Εδώ θα είμαστε να τα λέμε φίλε.

Vilanovas είπε...

Πριν από λίγο ο Γιώργος Καραγκούνης έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Πήραμε το μήνυμα των χτεσινών εκλογών και όλοι οι παίκτες αποφασίσαμε στον αγώνα εναντίον της Γερμανίας να κάνουμε αυτό που επιθυμεί η πλειοψηφία των Ελλήνων: θα κάτσουμε να χάσουμε».

pasaenas είπε...

Φίλε μου, η δήλωση Καραγκούνη είναι από το blog του Πιτσιρίκου. Δεν έχει γίνει ποτέ. Ήταν Black Humor. Δεν εκλέξαμε Τσίπρα, οπότε παραμένουμε προσκυνημένοι και φοβισμένοι, αυτό εννοεί ο Πιτσιρίκος. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συσπείρωση της Χρυσής Αυγής ήταν μόλις στο 66%. Που σημαίνει ότι έχασε 1 στους 3 ψηφοφόρους της και αυτόν τον έναν τον τσίμπησε από αλλού αφού τα ποσοστά της παρέμειναν σταθερά. Καταλαβαίνεις δηλαδή ότι ήδη ένα 9,2% περίπου του εκλογικού σώματος είναι έτοιμο να φέρει στην εξουσία μία ναζιστική, εγκληματική οργάνωση. Ήδη πάλι χθες στα Χανιά μαχαίρωσαν άστεγους μετανάστες. Δεν ξέρω τι πρέπει να γίνει. Εφόσον η Δημοκρατία μας έφερε απέναντι στο δίλημμα Τραπεζίτες ή Χρυσαυγίτες, είναι επόμενο ότι όσο κυβερνούν οι μεν, θα ενισχύονται οι δε. Ο Σάντος είπε ότι δε δεχόμαστε να μας κάνουν μαθήματα, αλλά η αλήθεια είναι ότι πρέπει όλοι να ξανακάτσουμε στα θρανία.

Ανώνυμος είπε...

Το βρηκα και σε αθλητικες ιστοσελιδες χωρις να αναφερεται η πηγη, οποτε συμπερανα πως ειπώθηκε όντως. Πραγματικά, ζούμε ιστορικές στιγμές.